Λέσχη Ανάγνωσης Βιβλιοθήκης Αετοπουλείου, Τετάρτη 24 Μαρτίου 2010
Αετοπούλειο Πολιτιστικό Κέντρο |
ΛΕΣΧΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ ΑΕΤΟΠΟΥΛΕΙΟΥ
Για τον Μάρτιο επιλέξαμε να διαβάσουμε: |
«Ιμαρέτ. Στη σκιά του ρολογιού» του Γιάννη Καλπούζου. |
(εκδόσεις: Μεταίχμιο) |
(Βραβείο Αναγνωστών 2009) |
Επόμενη συνάντηση της Λέσχης Ανάγνωσης |
|
την Τετάρτη 24 Μαρτίου, ώρα 18:30 |
|
στο Βιβλιοπωλείο «Μικρός Κοραής» |
(Παπάγου 7 & Αριστοφάνους, τηλ. 210 6890 321) |
Μαζί μας ο συγγραφέας Γιάννης Καλπούζος. |
Ιμαρέτ: Στη σκιά του ρολογιού
Μυθιστόρημα
Συγγραφέας: Καλπούζος Γιάννης
Εκδότης: Μεταίχμιο
ISBN: 978-960-455-444-7
Έτος έκδοσης: 2008
Βραβείο: Βραβείο Αναγνωστών – 2009
Περιγραφή
ʼρτα 1854. Τουρκοκρατία. Δύο αγόρια γεννιούνται την ίδια νύχτα. Ένας Έλληνας και ένας Τούρκος που η μοίρα τους κάνει ομογάλακτους. Το μυθιστόρημα παρακολουθεί τη ζωή τους με φόντο την άγνωστη ιστορία της περιοχής. Ο Γιάννης Καλπούζος αναπαριστάνει με μοναδικό τρόπο μια ολόκληρη εποχή. Έλληνες, Τούρκοι, Εβραίοι, ο παππούς Ισμαήλ, η ‘μικρή’ ακόμη Ελλάδα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, ο φανατικός Ντογάν, οι συγκρούσεις, οι επαναστάσεις, η συνύπαρξη, οι Απόκριες, το Ραμαζάνι, τα πρόσωπα και οι συνήθειες των κατοίκων των τριών φυλών, λαθρέμποροι, κολίγοι, τσιφλικάδες, ο πλούτος μαζί με την εξαθλίωση. Όλοι έχουν θέση στο ιμαρέτ του Θεού.
Ο Γιάννης Καλπούζος για το νέο μυθιστόρημα Ιμαρέτ, στη σκιά του ρολογιού
Δευτέρα, 22 Δεκέμβριος 2008 23:10 Μαρία Μπαλάφα
Με ενδιαφέρει η ζωή πίσω από τα μικρά ή τα μεγάλα γεγονότα και αυτή ονομάζω αληθινή ιστορία.
Ανέλπιστα στα μέσα του Νοέμβρη ήρθε το ‘Ιμαρέτ, στη σκιά του ρολογιού’. Με συμβολισμούς και συνειρμούς, ήχους και αρώματα. Ήρθε να σπάσει το φόβο και την προκατάληψη, πως ναι οι άνθρωποι μπορεί να ζουν μαζί και να αγαπιούνται ακόμα κι όταν αντιμάχονται. Ήρθε να σπάσει το φόβο και την προκατάληψη, πως ναι οι άνθρωποι μπορεί να χάνονται, αλλά αφήνουν σημάδια ανεξίτηλα. Το νέο μυθιστόρημα του Γιάννη Καλπούζου, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ‘Μεταίχμιο’, μόλις σαράντα ημερών και έχει καταφέρει να μας πείσει και να μας προσελκύσει στην αλήθεια του.
Με κυρίαρχο το μήνυμα της συνύπαρξης των λαών στο βιβλίο, ποια αναγκαιότητα οδηγεί να μιλήσει κανείς γι’ αυτή κάνοντας flash back 154 χρόνων;
Το βασικό ζητούμενο στο «Ιμαρέτ» είναι η καλή λογοτεχνία. Εκεί μέσα βρίσκεται και η απόλαυση της ανάγνωσης, και η τοιχογραφία της εποχής 1854-1882, και ο προβληματισμός , και τα μηνύματα, και ο στοχασμός, και η τέχνη του λόγου.
Αν και η συνύπαρξη είναι θέμα παγκόσμιο και διαχρονικό, δεν παύει κατά περιοχή ή χρονική περίοδο να αποτελεί αντικείμενο ιδιαίτερης διερεύνησης. Στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα με απασχόλησε η συνύπαρξη των λαών επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Μια περίοδος η οποία γενικότερα δεν έχει φωτιστεί όσο θα έπρεπε και σχεδόν καθόλου στη ʼρτα. Κι ο λόγος που θεωρώ αναγκαίο να διερευνηθεί, είναι γιατί πολλά στοιχεία τα οποία συνετέλεσαν στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του σημερινού Έλληνα, καθώς και πολλά στερεότυπα και προκαταλήψεις μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων αλλά και σε σχέση με τους Εβραίους έχουν την απαρχή τους σ’ αυτά τα χρόνια. Αναπαριστώντας την εποχή εκείνη δίνεται το έναυσμα μιας επανεξέτασης της εικόνας του «άλλου» και η δυνατότητα μέσα από τη δική του σκέψη ο αναγνώστης να ακολουθήσει τα βήματα της διαδρομής μας μέχρι σήμερα και να εξάγει τα συμπεράσματα του. Γιατί μέσα στο σήμερα υπάρχει το χθες και μέσα στο χθες υπάρχει το σήμερα.
Σε ό, τι αφορά το γενικότερο και πανανθρώπινο μήνυμα της συνύπαρξης εμπεριέχεται στο «Ιμαρέτ» ως συμβολική αξία και ανακαλύπτεται σ’ ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης, όπως και τόσα άλλα επίπεδα και νοητικές διαδρομές οι οποίες καλούν τον αναγνώστη με τις ακονισμένες κεραίες να κάνει τους απαραίτητους συνειρμούς.
Και σήμερα η ανάγκη της μετανάστευσης έχει μετατρέψει μέχρι πρότινος κλειστές κοινωνίες – όπως η ελληνική – σε πολυπολιτισμικές, ωστόσο η συνύπαρξη είναι δύσκολη με ισχυρό το ρατσισμό. Αποτελεί ευθύνη της κοινωνίας;
Δεν θεωρώ ότι υπάρχει ρατσισμός στη Ελλάδα. Ίσως οι συμπεριφορές ορισμένων να οδηγούν σ’ αυτό το συμπέρασμα, ωστόσο δεν πρόκειται για γενικευμένο φαινόμενο. Το θέμα είναι ότι η πολιτεία βρέθηκε αρχικά ανέτοιμη να δεχθεί τόσο μεγάλο αριθμό μεταναστών και στη συνέχεια έπραξε και πράττει ελάχιστα προς την κατεύθυνση της εξασφάλισης στοιχειωδών συνθηκών διαβίωσης και διασφάλισης των εργατικών δικαιωμάτων τους.
Όσον αφορά την κοινωνία αποτελείται από άτομα και πολλοί έχουν επωφεληθεί καταχρηστικά από την εργασία των μεταναστών, εκμεταλλευόμενοι την ανυπαρξία κρατικής μέριμνας για την προστασία τους. Ο καθένας φέρει την ευθύνη που του αναλογεί.
Πέραν αυτών ανέτοιμη υπήρξε και η ελληνική κοινωνία, με αποτέλεσμα να αναδύεται ως άγριο ένστικτο το φαινόμενο του εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου ανάμεσα στους έχοντες λίγα ή ελάχιστα και στους εξαθλιωμένους μετανάστες.
Σήμερα το ‘άλλο’, το ‘διαφορετικό’ και το ‘ξένο’ δεν σημαίνει μόνο διαφορετική εθνότητα, θρησκεία ή γλώσσα. Μπορεί να σημαίνει διαφορετική αντίληψη και αισθητική. Σε αυτό τον ιδιότυπο ρατσισμό, πως μπορεί να απαντήσει η κοινωνία;
Ο άνθρωπος τα τελευταία 100 χρόνια πραγματοποίησε άλματα σε ό, τι αφορά
την τεχνολογία αλλά προχώρησε μόλις ελάχιστους πόντους ως προς την εσωτερική του καλλιέργεια, ενώ σε ορισμένους τομείς μπορεί και να οπισθοδρόμησε. Επήλθε έτσι μια ανισορροπία και η τεχνολογία παρέσυρε το μεγάλο πλήθος στο εύκολο, στο εύπεπτο, στην αισθητική ευτέλεια. Σε ό, τι δεν απαιτεί πνευματική ενέργεια και κόπο από την πλευρά μας. Αποχαυνωμένοι και αγκιστρωμένοι οι περισσότεροι από την εικόνα, την κάθε μορφής μόδα, το νεοπλουτισμό και εθισμένοι στην ανάγκη του μη αναγκαίου χάσαμε αφενός την αθωότητα και τις σταθερές της παραδοσιακής κοινωνίας και αφετέρου οδηγηθήκαμε σε πρότυπα που φαντάζουν σπουδαία χωρίς να είναι και συνάμα μας αφήνουν συγκινησιακά ακάλυπτους. Πρότυπα αποξενωμένα από την πνευματικότητα η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει αντίβαρο στον πεζό κόσμο και στον ορθολογισμό του.
Όποιος λοιπόν εναντιώνεται σ’ αυτή την πραγματικότητα έχοντας μια άλλη αντίληψη και αισθητική γίνεται στόχος. Λοιδορείται, σαρκάζεται, ονομάζεται γραφικός, ονειροπαρμένος, αιθεροβάμων, τοποθετείται στο περιθώριο και με δεκάδες άλλους χαρακτηρισμούς γίνεται αποδέκτης αυτού του ιδιότυπου ρατσισμού.
Ο μόνος τρόπος παρέμβασης στη διαμόρφωση μια άλλης κοινωνίας είναι να δημιουργηθεί ένα αυτόνομο πολιτιστικό ρεύμα, μια επανάσταση της «ποίησης». Του ποιητικού τρόπου ζωής και πρόσληψής της, ο οποίος έχει σα βάση την πνευματικότητα, την ενόραση, την παρατήρηση, τη φαντασία, το όνειρο, την αισθητική απόλαυση ως και αυτού του φαγητού ή του ποτού, το στοχασμό, την τέχνη, την ηδύτητα της συζήτησης, την αντίληψη που θέλει σε ισορροπία τον ψυχικό κόσμο με την καθημερινότητα, σε αρμονία την τεχνολογία με το περιβάλλον, ανοιχτούς ορίζοντες στη σκέψη και στην επικοινωνία, την ανταλλαγή ιδεών, την ουσιαστική μόρφωση και την εσωτερική καλλιέργεια. Του ποιητικού τρόπου ζωής που έρχεται σε αντίθεση με την πεζότητα, το στείρο ορθολογισμό, το φανατισμό, τη θρησκοληψία, την ευτέλεια της αισθητικής και προτείνει το δικό του όραμα προτάσσοντας κάθε ευγενές και δημιουργικό στοιχείο της ανθρώπινης ψυχής.
Ταυτόχρονα το βιβλίο αναδεικνύει και μια άλλη πικρή αλήθεια. Ο φόβος του άλλου έχει οδηγήσει στην εγκατάλειψη μνημείων, που μαρτυρούν την κοινή ζωή;
Δεν νομίζω ότι ο φόβος του «άλλου» αποτελεί την κυρίαρχη αιτία εγκατάλειψης των μνημείων. Ίσως να συνέβαινε παλαιότερα, όταν γκρέμισαν τα περισσότερα οθωμανικά μνημεία. Στην ʼρτα εγκαταλειμμένη είναι η Παρηγορήτρια, εγκαταλειμμένο και το τζαμί του Φαΐκ πασά και το παρακείμενο χαμάμ, ετοιμόρροπο το αρχοντικό του Ζορμπά, αποθήκη το τζαμί Φεϊζούλ πίσω από την Αγία Θεοδώρα, ενώ αφέθηκε να καταρρεύσει πριν λίγα χρόνια το αρχοντικό του Ματσούκα και πόσα άλλα πρόσφατα, με αποτέλεσμα να είναι από τις λίγες πόλεις χωρίς μια παλιά γειτονιά. Προφανώς τα ενδιαφέροντα των υπευθύνων κινούνται προς άλλες κατευθύνσεις και ελάχιστα τους απασχολεί η πολιτιστική κληρονομιά.
Γιατί υπήρξε η ανάγκη το συγκεκριμένο μυθιστόρημα να στηριχθεί σε αναλυτικά ιστορικά γεγονότα; Η ιστορία των ηρώων του θα μπορούσε να είναι μία πραγματική ζωή;
Το «Ιμαρέτ» είναι ένα ταξίδι του λόγου και της φαντασίας. Στόχος ήταν να υπηρετήσει αυτό το ταξίδι με τον καλύτερο τρόπο και αυτό δεν μπορούσε να επιτευχθεί εάν δεν μετέφερε τον αναγνώστη στην εποχή που διαδραματίζεται. Τα ιστορικά στοιχεία και τα κατά πολύ περισσότερα λαογραφικά, καθώς και οι περιγραφές της πόλης, της καθημερινής ζωής ή των ενδυμασιών σ’ αυτό αποσκοπούν. Να αντιληφθεί ο αναγνώστης ως εικόνα αλλά και ως ουσία πως ζούσαν, πως σκέφτονταν οι άνθρωποι την εποχή εκείνη, ποιος ήταν ο κόσμος τους. Τους κουβαλάμε μέσα μας αυτούς τους ανθρώπους ακόμα κι αν δεν το γνωρίζουμε κι έχει σημασία να ξέρουμε τι, πως και γιατί έφθασε ως τις μέρες μας. Είναι η κοινωνική ιστορία μας, η πιο βαθιά ριζωμένη στις ζωές μας.
Όσο για την ιστορία των ηρώων, ναι πιστεύω ότι θα μπορούσε να είναι πραγματική. Δεν ακολούθησα τον αναμενόμενο δρόμο της κατασκευής τρανταχτών καταστάσεων, ενώ πολλά στοιχεία της μυθοπλασίας έχουν πραγματική βάση, άσχετα εάν αναφέρονται με δυο ή τρεις γραμμές σε παλιά κείμενα ή αρχεία και στο βιβλίο τα διάνθισα. Η περίπτωση για παράδειγμα του βασιλιά που ζήτησε γυναίκα να τον συντροφεύσει το βράδυ όταν επισκέφτηκε την ʼρτα είναι πραγματικότητα, όπως και ο φόνος του Κασίμη και αρκετά άλλα, ενώ υπάρχουν και πληροφορίες για ισχυρές φιλίες μεταξύ κατοίκων και των τριών φυλών.
Τελικά την ιστορία την γράφουν τα σημαντικά γεγονότα ή οι ζωές των καθημερινών ανθρώπων;
Εξαρτάται τι ονομάζει κανείς ιστορία. Συνήθως μαθαίνουμε την ιστορία των ηγετών και των πολεμικών γεγονότων που αναμφίβολα επηρεάζουν τη ζωή των λαών. Όμως για μένα πιο σημαντική είναι η κοινωνική ιστορία την οποία γράφουν οι καθημερινοί άνθρωποι. Με ενδιαφέρει η ζωή πίσω από τα μικρά ή τα μεγάλα γεγονότα και αυτή ονομάζω αληθινή ιστορία. Πίσω από κάθε γεγονός υπάρχει ο καθημερινός άνθρωπος που καλείται να συνεχίσει τη ζωή με ό, τι περικλείεται στην έννοια της. Στο δρόμο προς το μεγαλείο (της ζωής) ή της αθλιότητας, ενώ δεν παύει να συμμετέχει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στη διαμόρφωση των εξελίξεων σε προσωπικό ή συλλογικό επίπεδο. Σε κάθε περίπτωση άνθρωποι και γεγονότα ποτίζουν ή καίνε το ίδιο δέντρο, τη ζωή.
Ένα μήνα μετά την έκδοση, το ‘Ιμαρέτ’ έχει βρει τον δρόμο απεύθυνσης στους αναγνώστες;
Βρίσκεται σε ένα πολύ καλό δρόμο. Σε διάστημα μόλις 40 ημερών και χωρίς ιδιαίτερη προβολή αγαπήθηκε από τον κόσμο και βρέθηκε στα χέρια 4.000 αναγνωστών. Πιστεύω ότι θα συνεχίσει το ίδιο καλά. Όσο για μένα μου αρκεί η συγκίνηση και η χαρά που μου προσφέρουν τα ενθουσιώδη σχόλια όσων διάβασαν το βιβλίο και μου μεταφέρονται από όλη την Ελλάδα.
ʼρτα 1854. Δυο αγόρια γεννιούνται την ίδια νύχτα, ένας Έλληνας κι ένας Τούρκος. Το μυθιστόρημα παρακολουθεί τη ζωή τους με φόντο την άγνωστη στο πλατύ κοινό ιστορία της περιοχής και όχι μόνο. Μια ολόκληρη εποχή αναπαρίσταται με μοναδικό τρόπο και χωρίς προκατάληψη παράλληλα με την περιπέτεια, τη δράση, τον έρωτα, τις κωμικές ή τις τραγικές καταστάσεις, τις συνεχείς ανατροπές και εκπλήξεις ώστε να κτιστεί ένα χορταστικό και συναρπαστικό βιβλίο. Στη σκιά του ρολογιού που χτυπά τις οθωμανικές ώρες Έλληνες, Τούρκοι και Εβραίοι. Οι δύο φίλοι, ο Λιόντος και ο Νετζίπ, μια δολοφονία μυστήριο, ο παππούς Ισμαήλ, η «μικρή» ακόμη Ελλάδα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, ο φανατικός Ντογάν, συγκρούσεις, επαναστάσεις, συνύπαρξη, καθημερινή ζωή, χοροεσπερίδες, Καφέ Αμάν, πετροπόλεμος, Απόκριες, Ραμαζάνι, χαμάμ, ο τουρκικός μπερντές του Καραγκιόζη, αφορισμοί, ο «άλλος» στα πρόσωπα και στις συνήθειες των κατοίκων των τριών φυλών, λαθρεμπόριο, κολίγοι, τσιφλικάδες, πλούτος και εξαθλίωση, γλυκιά και πικρή ζωή. Όλα έχουν θέση στο ιμαρέτ του Θεού.
Ο Γιάννης Καλπούζος γεννήθηκε στο χωριό Μελάτες της ʼρτας το 1960. Από το 1982 ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Έχει γράψει ποιητικές συλλογές, μυθιστορήματα και μία συλλογή διηγημάτων. Επίσης, από το 1995 έχει υπογράψει τους στίχους 65 τραγουδιών πολλά από τα οποία έγιναν επιτυχίες, καθώς και τους στίχους 18 τραγουδιών στο παιδικό θέατρο Τρυφεράκανθος.