Λέσχη Ανάγνωσης Ιστορικού Μυθιστορήματος, Τετάρτη 17 Ιουνίου 2009
Αετοπούλειο Πολιτιστικό Κέντρο |
ΛΕΣΧΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΟΣ
Τον Ιούνιο διαβάζουμε διηγήματα που μας ταξιδεύουν από την |
«Ελληνική Ταξιδιωτική λογοτεχνία» της Αννίτας Παναρέτου |
(5 τόμοι, εκδόσεις : Επικαιρότητα) |
|
|
Επόμενη συνάντηση της Λέσχης Ανάγνωσης, |
την Τετάρτη 17 Ιουνίου 2009, 18:30 |
στον κήπο του Αετοπούλειου Πολιτιστικού Κέντρου Δήμου Χαλανδρίου |
|
(Φιλικής Εταιρείας και Τομπάζη 18, τηλ. 210 6820464) |
|
Μαζί μας η συγγραφέας Αννίτα Παναρέτου |
και Κ Α Λ Ο Κ Α Λ Ο Κ Α Ι Ρ Ι |
Η Αννίτα Παναρέτου γεννήθηκε στην Αθήνα όπου σπούδασε αγγλική και ελληνική φιλολογία. Έλαβε το διδακτορικό της δίπλωμα από τη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης. Έχει δημοσιεύσει μελέτες για πρόσωπα και θέματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ενώ αφιέρωσε πολλά χρόνια στη μελέτη της ελληνικής ταξιδιωτικής λογοτεχνίας. Έχει συγγράψει αρκετά έργα για ελληνικούς εκδοτικούς οίκους και έχει μεταφράσει σημαντικά δοκίμια και μυθιστορήματα.
ΠΑΝΑΡΕΤΟΥ ΑΝΝΙΤΑ
Με τα φτερά της αναζήτησης
ταξίδι
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΟΥ | Κυριακή 29 Ιουνίου 2003
Το 1961 ο Πιερ Πάολο Παζολίνι ταξίδεψε, μαζί με τον Αλμπέρτο Μοράβια και την Ελσα Μοράντε, για πρώτη φορά στις Ινδίες. Το απόσταγμα αυτού του ταξιδιού μάς παραδίδεται από τον Παζολίνι στο βιβλίο Το άρωμα της Ινδίας, όπου, παρά το γεγονός ότι ο τίτλος υπαινίσσεται – κυρίως – μυρωδιές, θα βρούμε διάχυτες – κυρίως – εικόνες (όπως άλλωστε επισημαίνει και ο Ρέντζο Πάρις στη συνέντευξη με τον Μοράβια που παρατίθεται στο τέλος του βιβλίου). Ωστόσο αυτές οι εκατοντάδες εικόνες κομίζουν τελικά στον αναγνώστη και τις μυρωδιές. Γιατί απλούστατα στο σύμπαν της γραφής οι εικόνες και τα αρώματα, οι αισθήσεις και τα αισθήματα έχουν κοινό «διαμεσολαβητή», τις λέξεις.
Στα νερά του Γάγγη
Έτσι η εικόνα των πιστών που στέκονται με το νερό ως τη μέση και πλένονται με απίστευτη επιμέλεια στα βρώμικα νερά του Γάγγη προκειμένου να εξαγνιστούν φέρνει σχεδόν ως την επιδερμίδα μας τη ζέστη και την υγρασία. Οι (ιερές) αγελάδες που ανακατεύονται στους δρόμους με το πλήθος και προσπερνούν λαϊκές κατοικίες και παραμελημένα ξενοδοχεία διεγείρουν πέρα από την «εσωτερική μας όραση» και την «εντός μας όσφρηση» και μάλιστα έτσι που να αντιλαμβάνεται ακόμη και τις μυρωδιές που έπονται ή προηγούνται – όπως εκείνες, για παράδειγμα, από ινδικό κάρυ, εγγλέζικη πουτίγκα και «φτωχό φαγητό». Όλα αυτά τα ετερόκλητα στοιχεία συνθέτουν «το άρωμα» της χώρας, έτσι όπως το αισθάνθηκε ο ταξιδιώτης Παζολίνι και με τη δεξιότητα του λόγου του κατάφερε να το αποδώσει ως όλον, πείθοντας και τον αναγνώστη ότι «μοιάζει με μια συνεχή δυνατή ανάσα η οποία δημιουργεί ένα είδος πυρετού».
Ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο που προκύπτει από το βιβλίο – πιο συγκεκριμένα, από τη συνέντευξη του A. Μοράβια στον P. Πάρις – είναι το γεγονός ότι τα κοινά βιώματα αυτού του ταξιδιού έχουν προσληφθεί με τελείως διαφορετικό τρόπο από τους συνταξιδιώτες συγγραφείς. (Ο Μοράβια έχει μάλιστα καταθέσει και αυτός την εκδοχή του σε ένα βιβλίο με τίτλο Μια ιδέα της Ινδίας). Ποια είναι, λοιπόν, τα κίνητρα που ωθούν τους συγγραφείς να μετατρέψουν την ταξιδιωτική τους εμπειρία σε γραφή και πώς «μεταφράζεται» εν τέλει αυτή η εμπειρία σε «προσωπική λογοτεχνία»;
Αυτούσιο λογοτεχνικό είδος
H Αννίτα Παναρέτου, έχοντας εντρυφήσει σε αυτό το είδος της γραφής, στην πορεία και στις εκφάνσεις του – σε ό,τι αφορά τουλάχιστον την ελληνική ταξιδιωτική λογοτεχνία -, αναλαμβάνει να μας ξεναγήσει στα μονοπάτια του. «H ταξιδιωτική λογοτεχνία μπορεί να μην είναι αμιγής ως προς το περιεχόμενό της, είναι όμως ένα αυτούσιο λογοτεχνικό είδος, από τη στιγμή που ενσυνειδήτως απασχόλησε τους λογοτέχνες, οι οποίοι το καλλιέργησαν συστηματικά με βάση παγιωμένους κανόνες, ακόμη και παγιωμένους περιορισμούς. Κανόνες και περιορισμοί απορρέουν από την ιδιομορφία που συνιστά η ύπαρξη ενός τόπου και μιας πραγματικότητας ως διαρκών, παραδεκτών και αναγκαστικών σημείων αναφοράς» γράφει η Αννίτα Παναρέτου. Και με βάση αυτόν τον «ορισμό» οικοδομεί μια εμπεριστατωμένη μελέτη για την ελληνική ταξιδιωτική λογοτεχνία. Εκτός από τον Όμηρο, λοιπόν, ως το τέλος του 19ου αιώνα δεν μπορούμε να μιλήσουμε για ταξιδιωτική λογοτεχνία, μια και οι πάμπολλες σχετικές γραπτές καταθέσεις «υπηρετούν συνήθως τη γνώση, τις θετικές επιστήμες, την ιστορία και σε ελάχιστες μόνο περιπτώσεις την τέχνη του λόγου». Οι απαρχές της σύγχρονης ελληνικής ταξιδιωτικής λογοτεχνίας ανιχνεύονται σε κείμενα εκείνης της εποχής αλλά ως αφετηρία μπορεί να θεωρηθεί στην πραγματικότητα το έργο Ταξιδεύοντας του Νίκου Καζαντζάκη (1926). Έκτοτε ταξίδι και γραφή βαδίζουν πλάι πλάι και οδηγούνται σε κοινές διαδρομές με τις αναζητήσεις του εκάστοτε ταξιδιώτη-συγγραφέα. Μέσα από αυτές τις διαδρομές φθάνουμε στη σημερινή εποχή, όπου η A. Παναρέτου εντοπίζει μια επιστροφή, αυτήν του μοναχικού ταξιδιώτη, η οποία έχει βέβαια άμεση επίπτωση και στη γραπτή απόδοση των ταξιδιωτικών εμπειριών (και η οποία εκδηλώνεται ακόμη και μέσα από τους ταξιδιωτικούς οδηγούς).
Μια πλάκα σοκολάτα
Στο τελευταίο μέρος της μελέτης της η συγγραφέας κατατάσσει τις εκφάνσεις της σύγχρονης ταξιδιωτικής γραφής σύμφωνα με τα «αίτια» που οδηγούν στη συγγραφή και σύμφωνα με το κοινό στο οποίο απευθύνεται. Έχουμε έτσι, ανάμεσα σε άλλες εκφάνσεις, και τις «γραφές για τις νέες πατρίδες». Επάνω σε αυτή τη γέφυρα πατώντας φθάνουμε ως τον Βορρά που αναζητεί η Νάνσι Χιούστον. Ο Χαμένος Βορράς είναι ένα βιβλίο που μιλάει με αφοπλιστική ειλικρίνεια αλλά και με τη λεπτοδουλεμένη έκφραση μιας έμπειρης συγγραφέως για τον «αποπροσανατολισμό» που προκαλεί η μετοικεσία. Έχοντας γεννηθεί και μεγαλώσει στον Καναδά η Νάνσι Χιούστον βιώνει στη Γαλλία την πολιτιστική «αυτοεξορία» της. Και είναι βέβαια δεδομένες οι δυσκολίες της προσαρμογής σε ένα νέο περιβάλλον και σε μια άλλη γλώσσα. H γλώσσα όμως για τον συγγραφέα είναι το γνησιότερο ίσως περιβάλλον («Το πρόβλημα, βλέπετε, είναι ότι οι γλώσσες δεν είναι μόνο γλώσσες, είναι επίσης και world views, δηλαδή τρόποι να βλέπεις και να καταλαβαίνεις τον κόσμο. […] Και αν έχετε περισσότερα από ένα world view… δεν έχετε, κατά κάποιον τρόπο, κανένα»). H Χιούστον συνθέτει μέσα από το προσωπικό της βίωμα ένα βιβλίο άκρως ενδιαφέρον και βαθιά στοχαστικό, χωρίς, παρ’ όλα αυτά, να λησμονεί το μέτρο που ορίζει η απτή μας καθημερινότητα: «Όταν ένιωσα την πρώτη μου ερωτική απογοήτευση στο Παρίσι, κάποιον Δεκέμβριο, αγόρασα από έναν φούρνο μια ολόκληρη πλάκα σοκολάτας Suchard και την καταβρόχθισα περπατώντας στους γκρίζους και παγωμένους δρόμους του δέκατου τρίτου διαμερίσματος. Εκείνη η στιγμή έμεινε χαραγμένη στη μνήμη μου και πιθανώς συνέβαλε στο να γίνω Γαλλίδα εξίσου με την πολιτογράφηση».
Τα ταξίδια – κυριολεκτικά και μεταφορικά – είναι συνυφασμένα με την αναζήτηση. Το ίδιο και η γραφή και η ανάγνωση. Και επειδή η αναζήτηση διαφοροποιείται από ταξιδιώτη σε ταξιδιώτη – για λόγους που έχουν να κάνουν τόσο με τον τόπο προορισμού, τη διαδρομή που ακολουθείται και άλλους εξωτερικούς παράγοντες όσο και με την ιδιαίτερη φύση και σκέψη κάθε ανθρώπου – δεν είναι μοναχά μακρύς ο δρόμος για την όποια «Ιθάκη» αλλά και μαγευτικά μοναδικός.
Παρουσίαση: Βιβλία από το αρχείο της Ευωνύμου
Νεότερες Εκδόσεις
Αννίτα Παναρέτου, Ελληνική Ταξιδιωτική Λογοτεχνία 5 τόμοι, εκδ. Επικαιρότητα – χρονιά έκδοσης 1995
Μια έξοχη εργασία που τιμά τον τίτλο της και το ίδιο το θέμα. Ένα ταξίδι 3.000 χρόνων, από τον Όμηρο ως τις μέρες μας, σε 5 τόμους: 1. Η μακριά πορεία των απαρχών ως τον 15ο αιώνα, 2. 19ος αιώνας: οι πρόδρομοι, 3. 20ος αιώνας: η άνθηση και η ακμή, 4. Η άνθηση και η ακμή – Επίγονοι και νέοι δρόμοι και 5. ʼλλες εκφάνσεις της ταξιδιωτικής γραφής.
Στο τέλος κάθε τόμου υπάρχουν τα βιογραφικά των ανθολογούμενων συγγραφέων, μια εξαντλητική βιβλιογραφία των αυτοτελών εκδόσεων, πλούσια εικονογράφηση και ένα εκτεταμένο εισαγωγικό κείμενο που προσεγγίζει θεωρητικά το θέμα. ‘Δοκιμασία και έκσταση είναι τα δυο άκρα κάθε αληθινού ταξιδιού στην καρδιά του πραγματικού κόσμου, το δε βιβλίο αυτό η άξια επιστημονική και ποιητική του ανθολογία’, καταλήγει στον πρόλογό του ο Ζακ Λακαριέρ.